Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Έρωτας και τρέλα


Τα μπαρ της επαρχίας και οι καφετέριες της, συνήθως είναι μικρότερες απομιμήσεις μαγαζιών της πρωτεύουσας που αρέσαν στους ιδιοκτήτες αυτών των μαγαζιών. Ιδιαίτερα μάλιστα, αν οι πόλεις για στις οποίες αναφερόμαστε είναι κοντά στην πρωτεύουσα. Όποτε φανταστείτε το αγαπημένο σας μπαρ και φτιάξτε μια κακή αναπαραγωγή του σε μια επαρχιακή πόλη, άλλωστε για τη σημερινή ιστορία δεν έχει και τόσο νόημα το σκηνικό.


Είναι στιγμές, που έχεις ένα μοναχικό βλέμμα καθώς κάθεσαι και πίνεις ένα ποτό και εκεί που ψάχνεις το χώρο, πέφτεις πάνω σε κάποιον με ακόμα πιο μοναχικό βλέμμα. Και δεν είναι μόνο το βλέμμα του μοναχικό, είναι ο τρόπος που κάθεται, γυρισμένος ελαφρά στο τραπέζι και χωρίς να μιλάει σε κανένα. Δεν παραξενεύεσαι και πολύ μιας και γνωρίζεις ποιος είναι αυτός ο σχετικά ψηλός άνδρας. Είναι ο Κωστής ο τρελός. Ένας γενικά, καλά στεκούμενος άνδρας ο οποίος ξέρεις ότι δεν απέχει πολύ από το να βροντήξει στον αέρα το τραπέζι που κάθεται και σε μια μανιώδη έκσταση να προκαλέσει όσο το δυνατόν περισσότερες ζημιές στον εαυτό του. Θα προσπαθήσει να σκίσει τα ρούχα του, θα χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο και μέσα σε όλο αυτό μπορεί να χτυπήσει και κανέναν που θα προσπαθήσει να τον σταματήσει. Μα μόλις ηρεμήσει θα τον ικετεύει να τον συγχωρήσει και θα νιώθει ο πιο ντροπιασμένος άνθρωπος στον κόσμο. Όχι για το κακό που κάνει στον εαυτό του αλλά γιατί πείραξε ελάχιστα έστω κάποιον άλλο.

Ο τρελός του χωριού, είναι μια περσονα που επιβιώνει και σήμερα στην ελληνική επαρχία. Στη μητρόπολη, οι απόκληροι είναι πιο πολλοί και επίσης οι ρυθμοί τελείως διαφορετικοί ακόμα και σήμερα για να τους χαρίζεται τόση αναγνωσιμότητα. Προφανώς και υπάρχουν εξαιρέσεις αλλά στην επαρχία είναι κανόνας να υπάρχει τουλάχιστον πάντα κάποιος που όλοι τον γνωρίζουν και του συμπεριφέρονται σαν τέτοιον. Είναι μια συμπεριφορά από τους περισσότερους εμπαιγμού, κυρίως για να του φορτώσουν και τις δικές τους αμαρτίες και από την άλλη και φόβου να αντιμετωπίσουν μια εικόνα που δεν είναι μακριά τους. Η τρέλα τείνει να βρίσκεται ένα σοκάκι μακριά από την πραγματικότητα.

Πιο συγκεκριμένα ο Κωστής λένε πως κάπου εκεί στα νεανικά του χρόνια, τώρα είναι 50αρης, είχε ερωτευτεί μια γυναίκα η οποία δεν του ανταπέδωσε ποτέ όσα εκείνος της χάρισε. Πιο συγκεκριμένα, όλοι στην πόλη γνωρίζουν πως η κοπέλα αυτή έφυγε από την πόλη κάνα 2-3 χρόνια μετα την γνωριμία της με τον Κωστή και από τότε ελάχιστοι έχουν νέα της. Επίσης, είναι αρκετά συνηθισμένο όταν ένα πρόσωπο λησμονείτε αρκετά, ιδιαίτερα αν από πίσω της υπάρχει και μια ερωτική ιστορία που έχει οδηγήσει κάποιον στην τρέλα, αυτό το πρόσωπο να ντύνεται με αρκετούς μύθους. Από τους πιο παρατραβηγμένους που μιλάνε για μαγικές τελετές, παντρέματα με ζάμπλουτους γέρους και αλλά παρεμφερή μέχρι πιο απλές περιγραφές που πάντα όμως συνοψίζονται στο ότι αυτή έφταιγε και κατάντησε τον κατά τα άλλα πολύ χρήσιμο για εμπαιγμό τρελό, έτσι όπως είναι. Το σίγουρο πάντως είναι πως αυτή η γυναίκα δεν έχει εμφανιστεί στην πόλη σίγουρα εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Πιστεύω πως ο Κωστής σίγουρα την περιμένει ακόμα και μάλιστα είμαι σίγουρος ότι την έψαξε για πολύ καιρό, ίσως και να την βρήκε κάποιες φορές. Εκείνος αρνείται να μιλήσει ακόμα καλά καλά και για ποδόσφαιρο ή την ζέστη που κάνει το καλοκαίρι. 

Αυτός ο οποίο τρελαίνετε από τον έρωτα γνωρίζει και κατανοεί την παραφροσύνη του και μάλιστα συνήθως την διηγείται με απόλυτα λογικό τρόπο σε κάποιο τρίτο πρόσωπο, άσχετα αν σε εκείνο είναι καταφανέστατος ο παραλογισμός της αφήγησης. Το κακό σε αυτού του είδους την τρέλα είναι ότι δεν έχει τίποτα το μεταφυσικό, το ιερό. Ο ίδιος ο πυρήνας της ιερότητας της τροφοδοτείται από πολύ μηδαμινά ενίοτε τελείως άχρωμα πράγματα. Κάποιο νεύμα, κάποιο βλέμμα ίσως που πολλές φορές δεν σημαίνουν τίποτα και ως εκ τούτου αυτού του είδους η τρέλα δεν μπορεί να έχει διαλείμματα γαλήνης. Ο ερωτευμένος μέσα στην τρέλα του γνωρίζει τον εαυτό του. Δεν μπορεί να βρει ευτυχία μέσα σε κάποια ασυνειδησία. Δεν του δίνει γαληνή να πάει να μαζέψει λουλούδια στο βουνό μέσα στο καταχείμωνο. Τρέφεται όλη αυτή η τρέλα, όλο αυτό το βάσανο από μικρές ανήσυχες στιγμές που ψάχνει να βρει σε κινήσεις και λόγια από το αγαπημένο του πρόσωπο.

Ο Κωστής θα σηκωθεί από το τραπέζι που καθόταν, θα αφήσει κάποια λεφτά πάνω στο τραπέζι, δεν θα ασχοληθεί καθόλου με κάποια εφηβάκια που βρήκαν έξυπνο να τον φωνάξουν τρελό και θα πάει με αργό βήμα πίσω στο σπίτι του. Αύριο, θα κάνει ακριβώς το ίδιο. Πλέον δεν τον ενδιαφέρει να διηγηθεί την τρέλα του ούτε να την θρέψει ούτε να κυνηγήσει μια ματαιόδοξη ασυνειδησία. Πλέον, τον ενδιαφέρει απλά να περάσει κάπως ο χρόνος του. Ό,τι τον ενδιέφερε στη ζωή του και ακόμα μπορεί να τον ενδιαφέρει είναι εκείνη, δεν υπάρχει κάτι άλλο για εκείνον μετα από τόσο καιρό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου