Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Διάλογοι ενός καινούριου και ενός χαμένου κόσμου part 2


Βρισκόμαστε σε ένα βαμμένο, μπεζ-ώχρα χρώμα, δωμάτιο κάπου σε μια επαρχιακή πόλη. Όχι χωριό. Αυτές τις πόλης που με τα βίας είναι πόλεις αλλά δεν είναι σίγουρα χωριά, ας πούμε των 20000 κατοίκων. Βρισκόμαστε χρονικά, αμέσως μετα από μια κηδεία.

-Ποτέ δεν μ άρεσε πραγματικά αυτό το δωμάτιο. Και να φανταστείς, όμως, πως μικρός το θεωρούσα κάπως γούρικο. Εδώ, ερχόμουν να περάσω όλες τις πίστες που με δυσκόλευαν σε Game Boy και PlayStation. Βέβαια, πάντα μου φαινόταν σαν κελί. Κελί μοναστηριού οριακά. Απομονωμένο. Μάλλον για αυτό συγκεντρωνόμουν πιο πολύ εδώ, πάρα οπουδήποτε αλλού. Είπα καθισμένος στο κρεββάτι με κείνη να με κοιτά στοργικά από την πολυθρόνα.
- Περίεργο να λες ότι από αυτό το δωμάτιο αυτό που θυμάσαι περισσότερο είναι πως πέρναγες δύσκολες πίστες. Είναι πολύ περίεργο να συνειδητοποιούμε πως είμαστε η πρώτη μεταξύ πολλών γενιών που έχει σοβαρά, σε περίοπτο σημείο, τέτοιες αναμνήσεις στο συρτάρι των αναμνήσεων της. Είπε με ένα σοβαροφανή τόνο εκείνη.
- Νομίζω πως έχω ταξινομήσει πολλά δωμάτια στο μυαλό μου. Δεν ξέρω για πόσα από αυτά σου έχω μιλήσει ;
- Ποιο είναι το ποιο σημαντικό της ζωής σου ; Με ρώτησε προσπαθώντας να με βγάλει κάπως από τις σκέψεις μου
- Μάλλον, το παιδικό μου δωμάτιο. Και όχι, για κάποιο κλισέ λόγο νομίζω. Απλά γιατί με βοήθησε να ξαναανακαλύψω τον καλύτερο εαυτό μου. Αυτόν που τα βράδια με ένα φακό κάτω από τα σκεπάσματα διάβαζε και αποστήθιζε μυθολογία για να μπορεί να εκλογικεύει την δική του φαντασία. Μοναχοπαίδι ήμουν, έπρεπε να φτιάξω όλα τα παιχνίδια, όλα τα τέρατα και όλο τον κόσμο από το μηδέν, μόνος μου. Λίγο πιο μετά καθόταν και προσπαθούσε να λύσει μαθηματικούς γρίφους και όταν πραγματικά μεγάλωσε έγραφε και ξαναέγραφε. Βλακείες συνήθως μην νομίζεις. Καμιά ιστορία ‘κανα ποίημα καμιά σκέψη. Αυτόν, λοιπόν, τον εαυτό που είχα κάπως ξεχάσει κάποια χρόνια πριν, που είχε γίνει και αυτός ανάμνηση, ενώ έσερνα τα πόδια μου σε διάφορα δωμάτια και μισοτελειωμένες ιδέες. Δωμάτια που προμοταραν την αδράνεια μου, κατέστελλαν όλο μου τον θυμό την χαρά, οπουδήποτε Τελοσπάντων συναίσθημα και ενίσχυαν μια πλήξη συλλογική τυφλή και άδικη.
-  Δεν πιστεύω ότι μπορεί να ήσουν κάποτε πληκτικός άνθρωπος. Μου απάντησε.
- Και όμως. Ήμουν πολύ πληκτικός άνθρωπος. Μπορεί να μην ήμουν το είδος αυτό του ανθρώπου παλαιότερων εποχών που θα κοίταζε με τίς ώρες αυτόν τον σταυρό στο τοίχο και δεν θα έβγαζε άχνα. Αλλά σίγουρα, πολύ σίγουρα ήμουν ο τύπος που καθόταν σε ένα γραφείο και απλά κοίταζε έναν υπολογιστή. Απλά, γιατί αρνιόταν να κάνει οτιδήποτε άλλο, χωρίς ιδιαίτερο λόγο.
- Θες να πεις πως το μέτρο της πλήξης σε τρεις διαφορετικές γενιές ανθρώπων που ζουν στη ΄χώρα είναι ο σταυρός, πάνω στον τοίχο, η τηλεόραση και τέλος τα λάπτοπ ;
- Μάλλον ναι. Αν και δεν έχει τόση σημασία η μονάδα μέτρησης. Όσο το πόσο μεγάλος είναι ο ίδιος ο αριθμός της πλήξης. Είναι ο αριθμός που αντικατοπτρίζει πόσοι από εμάς και για πόσο χρονικό διάστημα δεν κυνηγάμε τα όνειρα μας.  Είναι ένας αριθμός δωρικός, αμείλικτος και πάνω από όλα πικρός.
- Μα δεν μπορείς να χάνεις κάτι από το όνειρο επειδή παρακολουθείς ένα σήριαλ στην τηλεόραση. Είναι πάρα πολύ υπερβολικό αυτό.
- Διαφωνώ σε αυτό, έχεις λάθος. Είναι και αυτή μια στιγμή αδράνειας. Δεν πειράζει να υπάρχει, δεν μπορεί να εξαλειφθεί και μάλλον δεν είναι και απαραίτητο, δεν είναι το πρόβλημα η τηλεόραση. Αν όμως αυτός ο αριθμός όλο και μεγαλώνει, όλο και περισσότερο συσσωρεύεται η αδράνεια τόσο μεγαλύτερος χρόνος χάνεται από έρωτες, ποιήματα και μεγάλες στιγμές.
- Η τηλεόραση σκοτώνει τον έρωτα ; Μεγάλη Κοελιά για τα γούστα σου.
- Η πλήξη και το κακό σεξ σκοτώνουν τον έρωτα στις μέρες μας.
- Γιατί ;
- Γιατί δεν υπάρχει μια μεγάλη δικλείδα ασφαλείας που υπήρχε κάθ’ολη την διάρκεια της ιστορίας της ανθρωπότητας. Αυτή της προσμονής. Πολλές φορές στο βωμό όλων αυτών που χτίζονταν προσμένοντας ένα απλό άγγιγμα, αυτά τα έργα της φαντασίας συνήθως, μπορούσαν να γλυτώσουν μια σχέση από το κακό σεξ. Σήμερα αυτό έχει μείνει ελάχιστα, σε αυτή τη στιγμή, μονάχα στο άκουσμα αυτής της σιγής, της σιγής των συνωμοτών και των ερωτευμένων, εκείνης που βρίσκεται πάντα πριν τις μεγάλες κρίσεις,  εκεί που κοιτάς δυο πράσινα μάτια και δυο γλυκά χείλια, μια το ένα, μια το άλλο, μαζεύεις όσο θάρρος έχεις και πλησιάζεις.
-  Χρειάστηκες στην περίπτωση μου τόσο θάρρος ; Ρώτησε εκείνη λίγο αυτάρεσκα
- Χρειάστηκα, όλο το θάρρος του κόσμου, ενος πλουσίου και ενός φτωχού, ενός εργάτη και ενός απόκληρου, των βουνών των ποταμιών και των πουλιών το θάρρος. Της σελήνης και όλων των αστεριών το θάρρος.
- Και που το μάζεψες όλο αυτό το θάρρος ;
- Μπορεί να έκανα καμμιά κρυφή συμφωνία με το διάβολο. Να πέρασα ένα μαγικό καθαρτήριο, σε μια μαγική χώρα, να ήμουν ο ηθικός ένοχος στην αυτοκτονία της Μαργαρίτας για να σου πω απλά ‘’στάσου μην φεύγεις’’.
- Ναι και μετά σε πήραν οι άγγελοι σε μια μάχη με το Μεφιστοφελή. Έλα ΄τώρα. Δεν μου ‘χες πει ποτέ ότι σου ήταν τόσο δύσκολο να μου την πέσεις.
- Ρε, κάθε φορά είναι δύσκολο. Το ‘’Σε θέλω’’ ή ποσό μάλλον το ‘’Σ αγαπώ’’ δεν ήταν ποτέ μια απλή φράση, δεν μεταδίδει κάποιο νόημα, προσομοιάζει πάντα μια οριακή κατάσταση. Είναι ένα μετέωρο βήμα στο κενό για αυτό εξυπακούεται ότι θέλει θάρρος.
- Έχουμε να μιλήσουμε για τον έρωτα πολύ καιρό. Έχει ενδιαφέρον που το κάνουμε σήμερα
- Ο έρωτας και ο θάνατος είναι κατεξοχήν δυο θέματα που αλληλοδιαπλέκονται. Χάνομαι, σιγοσβήνω σιγολιώνω, πάντα κάπως έτσι περιγράφουμε τον έρωτα, σαν να πεθαίνουμε. Είμαστε λούμπεν, άστεγοι απόκληροι πάντα στον έρωτα. Αυτό το μετέωρο βήμα περιγράφει πάντα την ερωτική μας ζωή, άσχετα αν είναι άσχημη ή όμορφη. Η απειλή του τέλους, του θανάτου είναι πάντα παρούσα.
- Γιατί φοβάσαι τόσο να τελειώσει αυτό,  να μείνεις μόνος ;
- Δεν φοβάμαι να μείνω μόνος. Φοβάμαι όπως φοβόντουσαν ανέκαθεν όλοι όσοι έχουν ερωτευτεί έτσι, έστω λίγο στη ζωή τους να σε χάσω. Η δικιά σου απώλεια, εσύ θα μου κοστίσεις, όχι η απώλεια της σχέσης μας.

Με κοίταξε για λίγο. Ήταν ένα χλωμό και ζεστό φθινόπωρο. Με κοίταζε με αυτά τα πράσινα μάτια της. Ήταν αυτή η σιγή. Είπα εγώ «Σε αγαπώ» και σηκώθηκε, κάπως αργά μου φάνηκε και ήρθε προς το μέρος μου. Την κοίταζα λίγο ακόμα στα μάτια. Με σκλάβωναν αυτά τα μάτια, χανόμουν σε αυτό το βλέμμα. Έφτασε στο πλάι μου και ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο μου. Εγώ εμένα ακόμα σε αυτό το πράσινο στα μάτια της.

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018

Διάλογοι ενός καινούριου και ενός χαμένου κόσμου


Πρόλογος 



-          Κοίτα αυτό εκεί τ αστέρι, αυτή η λάμψη είναι ο Αυγερινός. Θυμάμαι, να είπα κάπως χαμηλόφωνα για να μην χαλάσω τη σκηνή.
-          Χωρίζουμε ; Μου είπε κάπως σοβαρά και πάγωσα λίγο. 

Μετά χαμογέλασε. Όπως χαμογελούσε πάντα, με τον ίδιο τρόπο από την ώρα που την πρωτοείδα. Αφοπλιστικά. Σε κοίταζε, χαμογελούσε και περίμενε. Έκανε περίπου, χίλιες ερωτήσεις με αυτό το χαμόγελο μόνο και εσύ έπρεπε να απαντήσεις άμεσα, έχοντας όλο το βάρος του κόσμου στους ώμους σου. Δεν υπήρχε τείχος, δεν υπήρχε άμυνα που δεν μπορούσε να περάσει, που δεν μπορούσε να κάνει χίλια κομμάτια αυτό το χαμόγελο.

-          Έλα, πλάκα σου κάνω. Απλά, θυμάμαι που παραπονιόσουν συνέχεια στην Αθήνα ότι δεν μπορούμε να δούμε ποτέ την Αφροδίτη κανονικά. Ότι έπρεπε έλεγες, πριν χαθούμε να την δούμε έστω μια φορά κανονικά. Άρα τώρα πρέπει να χαθούμε.
-          Δεν εννοούσα αυτό. Κάπως ψέλλισα
-          Ναι μωρέ. Απλά έχει πλάκα να σε πειράζω. Άσε που το κάνεις συνέχεια σε μένα και τώρα θέλω εκδίκηση. Νομίζω, πρώτη φορά φαίνεσαι τόσο ευάλωτος . συνήθως, έχεις το νου σου για κάθε σχόλιο. Τώρα, κοιτάς μόνο τ αστέρια. Τι έπαθες φως τ Αυγερινού ; Είπε χαχανίζοντας.
-          Θες να σου πω για την Αφροδίτη ; Ανταπάντησα
-          Θα έχει διάλεξη για το «αιώνια γυναικείο» ή τον Σαίξπηρ ;
-          Μπα, για τον πλανήτη έλεγα.
-          Ώπα, πως και έτσι ; Μας έχετε κακομάθει κύριε πρέσβη. Δεν γλιτώνετέ μόνο με μια μικρή αστρονομική διάλεξη. Συνέχισε στον ίδιο περιπαικτικό τόνο.
-          Ναι, αλλά νομίζω ότι αυτή θέλω να κάνω τώρα. Είπα σε ένα μείγμα σοβαρότητας, βαρεμάρας και απογοήτευσης
-          Τι έχεις πάθει; Ποτέ δεν ήσουν ξεροκέφαλος σε αυτά. Πάντα προσαρμόζεσαι στο κοινό σου.
-          Θες την αλήθεια ;
-          Ναι, προφανώς και τη θέλω την αλήθεια, πες μου. Είπε και ανασήκωσε το κεφάλι της από την κοιλιά μου, έκατσε καλά στην άμμο και με κοίταξε σοβαρά.

Εγώ βρήκα την ευκαιρία να κάνω τα πόδια της ντιβάνι ψυχανάλυσης και να ξαπλώσω. Άλλωστε ήταν η σειρά μου.

-          Ξέρεις, δεν μου άρεσαν οι διακοπές μας. ¨όχι, γιατί έκανες κάτι εσύ ή εγώ. Αλλά έχω μια αίσθηση ότι οι διακοπές μας ήταν μια φυσική συνέχεια της ζωής μας, της ζωής που κάνουμε στην Αθήνα, της ρουτίνας μας. Και νομίζω ότι κάπως έτσι νιώθουμε όλοι μας. Εννοώ, η γενιά μας. Και δεν το λέω αυτό στη λογική μια πολιτικής πρότασης ή κάποιας κοινωνικής ανάλυσης απαραίτητα. Είναι ένα γκρίζο βαριεστημένο πράγμα, μια μουντάδα, μια συνεχής μουντάδα που δεν φεύγει με τίποτα από πάνω μας. Δεν γράφουμε ιστορίες, ούτε καν κάνα μικρό παραμυθάκι να λέμε όταν μεγαλώσουμε.
-          Εντάξει, πάντως δεν ότι επειδή κάνουμε αυτό που κάνουν όλοι. Ότι ήρθαμε να κάνουμε διακοπές σε ένα ακόμα νησί του Αιγαίου, ξέρω γω, σημαίνει ότι ρουτινιάζουμε ακόμα και στις διακοπές μας.
-          Ρε, δεν λέω αυτό. Λέω, ότι όλες οι γενιές, είχαν μια, δυο ,τρείς κινήσεις ή ρεύματα. Όχι απαραίτητα σε πολιτικό επίπεδο, από δαύτα έχουμε, ούτε στην τέχνη ξέρω γώ και από αυτά κάτι έχουμε. Στον καθημερινό τρόπο ζωής. Όχι όλοι. Ο περισσότερος κόσμος απλά κινείται και συλλέγει μνήμες. Δεν ισχυρίζομαι ότι έχουμε πρόβλημα που δεν έχουμε χίπηδες, που έχουμε ή Μπίτνικ. Αλλά, νομίζω ότι ακόμα ακόμα και οι κανονικοί άνθρωποι έχουν πάψει να ναι κανονικοί. Δεν κινούνται.

Πήρε ένα σοβαροφανές ύφος και είπε : « θες να πεις πως στον Αι Γιάννη δεν ανάβουν πλέον φωτιές» Γελάσαμε και οι δύο.

-          Αχ, πόσα τέτοια δεν ξέρεις πλέον να μου πεις. Είπα και γω σοβαροφανώς αλλά και λίγο απογοητευμένος.
-          Οκ, κατάλαβα. Ωραία, αν κοιτάξω ευθεία από εδώ που είμαστε θα δω την μικρή άρκτο. Είμαστε μάλιστα και τυχεροί που είμαστε διακοπές σε ένα νησί με τόσα λίγα φώτα και πέρα από τον Αυγερινό που δεν μπορούμε να δούμε ανθρώπινα στην Αθήνα και την μικρή άρκτο μπορούμε να δούμε και έναν τόσο πυκνό σε αστέρια ουρανό. Το μόνο που μπορεί να φαίνεται ότι κινείτε άντε να ναι καμία μικρή φωτεινή κουκκίδα από κανένα αεροπλάνο. Και όμως, όλο αυτό κινείται και το ξέρουμε ότι κινείται. Είμαστε σαν ένα σκουλήκι στην επιφάνεια ενός φύλλου. Ο κόσμος είναι μονάχα αυτή η επιφάνεια στο τέλος της ούτε δέντρο βλέπουμε ούτε προφανώς όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Μπορεί, λοιπόν να κινούμαστε και να μην το καταλαβαίνουμε . Βασικά, ακόμα μας έχω εμπιστοσύνη. Σίγουρα κινούμαστε.
-          Ναι, αλλά με τι νόημα; Ποιος είναι ο στόχος μας και γιατί πάμε τόσο αργά;
-          Νόμιζα, ότι τα χε λύσει αυτά ο Βιτγκενστάιν. Δεν υπάρχει νόημα.
-          Ναι μωρέ, οκ. Αλλά η ανθρωπότητα δεν προχωρά έτσι. Κυνηγάει πάντα νόημα. Η 7η πρόταση του Τractatus, μόνο ευχή είναι. Και μάλιστα, κακόβουλη.
-          Πολύ καβαφικό αυτό.
-          Σου ‘χω πει που έχω πάει σπίτι του; Βασικά, για κείνο το δρομάκι από το πατριαρχείο μέχρι το σπίτι του και κάτι τεράστιες μπουκαμβίλιες που χε αριστερά και δεξιά.
-          Αποχαιρέτα την Αλεξάνδρεια που χάνεις, βαριέμαι να ακούσω για αυτό. Είπε και έβγαλε την γλώσσα της κοροϊδευτικά.

Την κοίταξα λίγο. Έτσι, που κοίταζα προς τα πάνω , εκείνη ερχόταν όλο και πιο κοντά και πίσω θάμπωνε στο κάδρο ο σπαρμένος με τα αστέρια ουρανός.

-          Θες να βάλουμε έναν πολύ μεγάλο στόχο ; Πολύ φιλόδοξο ; Ρώτησα
-          Όπως ;
-          Ο Πικάσο σαν έφηβος ήθελε να ζωγραφίσει τον τέλειο πίνακα
-          Ούτε εγώ όμως ζωγραφίζω, ούτε εσύ
-          Δεν έχει σημασία. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιούσαμε μέχρι και τα φίλτρα του Instagram. Να βάζαμε στόχο ότι θα βγάζαμε την τέλεια φωτογραφία με μπλε πόρτες ή παντζούρια.
-          Σαν το ice bucket challenge ακούγεται αυτό.
-          Ναι μωρέ, δεν θα πρότεινα αυτό. Απλά ήθελα να σου δείξω ότι δεν έχει σημασία ούτε το μέσο , ούτε η διαδρομή, ούτε ο τρόπος, αρκεί ο στόχος να ναι φιλόδοξος. Αυτό θα μας ξεμουδιάσει νομίζω.
-          Και τι προτείνεις, Πικάσο ;
-          να κάνουμε την τέλεια ληστεία
-          Άστο, μας πρόλαβαν στο Casa de Papel
-          Σωστό… Τότε τι λες να φτιάξουμε τον τέλειο έρωτα ;
-          Αυτό και αν είναι φιλόδοξο
-          Το μόνο που με προβληματίζει σε αυτό είναι ότι πρέπει να χει τέλος. Για να ξέρουμε ότι όντως είναι ο τέλειος έρωτας.
-          Σήμερα είναι η δεύτερη φορά που μου λες να χωρίσουμε. Είπε κάνοντας την μουτρωμένη
-          Έλα μόνο αυτό δεν εννοούσα. Απλά ότι ο στόχος αυτός μπορεί να ναι πικρός
-          Μπορεί ο έρωτας να έχει διάρκεια, δεν χρειάζεται να τελειώνει.
-          Όχι, όχι δεν υπάρχει αυτό. Ο έρωτας δεν είναι κίνηση είναι συλλογή. Ή μάλλον είναι και τα δύο . πάντως έχει τέλος.
-          Ο έρωτας δεν είναι η γάτα του Σρέντιγκερ.
-          Όχι, αλλά αν πρέπει να ναι τέλειος, χρειάζεται παρατήρηση.
-          Ωραία. Πάμε σε δεύτερη διάλεξη, δεύτερο μάθημα μετά την Αφροδίτη. Για τον έρωτα. Είμαστε όλο αυτιά κύριε καθηγητά, είπε εκείνη περιπαικτικά
-          Μπα, εδώ είναι βιωματικό το μάθημα. Μου φτάνει να σε κοιτάζω 

Εκείνη χαμογέλασε. Και ήρθε η άνοιξη.

Συνεχίζεται...